
Η ανακοίνωση της ζωντανής εμφάνισης των Melvins σε ένα ήδη καυτό συναυλιακό
καλοκαίρι, συνετελεσε στο να εκτοξευθεί στα ύψη ο μουσικός υδράργυρος, να πέσει σε
κωματώδη κατάσταση ο τραπεζικός μας λογαριασμός, αλλά στο τέλος να χαμογελάσει με
μειδίαμα και αυτάρεσκα το χειλάκι μας.
Κεραυνός εν αιθρία και μία ηχητική όαση στην καρδιά της Αθήνας μέσα στην Τεχνόπολη
όπου πρόκειται να γεμίσει με ήχους και ευχάριστους θορύβους από τους Αμερικανούς
πιονέρους του Noise Sludge (και γενικότερα τα πάντα όλα), οι οποίοι πλαισιώνονται ιδανικά
σε ένα φοβερό billing από τους παλαβιάρηδες Redd Kross, την έτερη μπάντα του Steve μαζί
με τον αδελφό του, και τις ανερχόμενες εκ του Bristol Grandmas House.
Εορταστικό κλίμα στην περιοδεία καθότι ξεπέρασαν το φράγμα των 40 χρόνων
καλλιτεχνικής τους πορείας, από την ίδρυση τους το μακρινό 1983 στο Montesano της
Washington, και με καινούριο δίσκο στις αποσκευές. Έπειτα από 28 δισκογραφικές δουλειές,
Splits, EP’s, πολλαπλές συνεργασίες, προσθαφαιρέσεις μελών, αμέτρητες ζωντανές
εμφανίσεις αυτό που εκφράζει απόλυτα το συγκρότημα είναι η έκφραση “Expect the
Unexpected”.
Ο πειραματισμός σε όλο του το μεγαλείο τους χαρακτηρίζει απόλυτα, όπως επίσης και το
ανεπιτήδευτο δημιουργικό πνεύμα, καθώς και το γεγονός ότι δεν έλαβαν ποτέ σοβαρά τα
σχόλια άνα τα χρόνια και ούτε δίστασαν ποτέ, σκεπτόμενοι τη γνώμη των άλλων, ακόμα και
όταν τους γιούχαραν στην αρχή και τους απειλούσαν κυριολεκτικά για τη ζωή τους.
Ένας μουσικός χαμαιλέοντας που προσαρμόζεται ανάλογα με τη συνθετική και καλλιτεχνική
του διάθεση εξελίσσοντας την ηχητική του ταυτότητα στην εκάστοτε κυκλοφορία τους. Έχουν
υπάρξει “Leaders και ποτέ Followers”, διαμέσου μιας εικαστικής παρθενογέννεσης, και σε
αυτο συνηγορούν ορδές συγκροτημάτων που τους έχουν εικόνισμα από τη σκηνή του
Grunge (Nirvana, Soundgarden, Green River), αλλά και τις λοιπές σκηνές από τη
χορτοφαγική Stoner, την εναλλακτική Metal, το Doom στερέωμα και οποιοδήποτε καλλιτέχνη
δεν φοράει παρωπίδες στα αυτιά και έχει ανοιχτό μυαλό, χωρίς να κολλάει σε στερεότυπα
και παρελθοντικά κατάλοιπα. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Pig Destroyer, Helmet, Full of
Hell, Sleep, Earth, Sunn O))), Lamb of God, Mastodon, Neurosis, High on Fire, Baroness,
Eyehategod και Isis μεταξύ πολλών άλλων.
Ο βασικός συνθετικός πυρήνας των Buzz Osborne και Dale Crover πλαισιώθηκε στις
τέσσερις δεκαετίες από πληθώρα μουσικών καθένας εκ των οποίων έβαλε το στίγμα του και
την υπογραφή του με τον δικό του μοναδικό τρόπο, ώστε οι Melvins να συνεχίζουν να
υφίσταται με διάφορες μορφές και να είναι οι απόλυτοι υπέρμαχοι του underground με το
εξής παράδοξο να τους ακολουθεί: αποτελούν την πιο mainstream μπάντα του underground
αλλά ταυτόχρονα την πιο Underground μπάντα του Mainstream.
Για να αποφύγουμε τις τετριμμένες και κλασικές συζητήσεις που έχουν χιλιοειπωθεί γύρω
από τον ήχο τους και για να προσδιορίσουμε το φαινόμενο αυτό, ανατρέχουμε με χαλαρή και
εύθυμη διάθεση σε παλαιότερες κουβέντες και δηλώσεις του King Buzzo για δίσκους σταθμούς που επηρέασαν την μετέπειτα εξέλιξη των ιδίων και που αξίζει να ανασκαλήσουμε
διότι η καλή μουσική αξίζει να “γυρίζει”.
Ποτέ δεν έκρυψαν την αγάπη τους για το NWOBHM και δεν είναι τυχαίο που από τις πρώτες
περιοδείες μέχρι προσφάτως ακούνε στο tour bus τον πρώτο δίσκο των Raven “Rock Until
You Drop”. Όμως εκεί που και οι δύο δίνουν τα χέρια είναι για το ανυπέρβλητο Live των
Judas Priest. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Buzz, “Είναι ο καλύτερος δίσκος της δεκαετίας
του ’70 που έγινε ποτέ. Νομίζω ότι όλες οι ζωντανές εκδόσεις των τραγουδιών σε αυτόν τον
δίσκο είναι υπέροχες, αλλά νομίζω ότι το drumming είναι εξαιρετικά εκπληκτικό. Εγώ και ο
Dale πιστεύουμε ότι είναι το καλύτερο heavy metal άλμπουμ που έγινε ποτέ. Μακράν, με
διαφορά, χωρίς αμφιβολία”.
Κατά τα λεγόμενα του Buzz : “Ένας δίσκος διαφορετικός από οτιδήποτε είχα ακούσει μέχρι
εκείνο το σημείο, και σίγουρα κατέληξαν να έχουν τεράστια επιρροή σε αυτό που κάναμε.
Μου άρεσαν οι στίχοι και μου αρέσει η απλή φύση των riff, ήταν πολύ καλά, βρώμικα
πράγματα. Νόμιζα ότι ήταν και πραγματικά αστείοι και είχαν τεράστια επιρροή πάνω μας”.
“Είναι στην πρώτη πεντάδα των σπουδαίων δίσκων που βγήκαν από την Καλιφόρνια. Η
μουσικότητα σε αυτό είναι ένα επίπεδο πολύ πιο πάνω από αυτό που μπορούσαν να κάνουν
οι περισσότερες μπάντες αυτού του διαμετρήματος Η σύνθεση των τραγουδιών είναι πολύ
προχωρημένη, οι στίχοι είναι πραγματικά ωραίοι και ήταν διαφορετικός από τους
περισσότερους δίσκους που έβγαιναν εκείνη την εποχή, στο Punk Rock”.
Οι Melvins ποτέ δεν ασπάστηκαν την “Peace and Love” ουτοπία και ήταν υπέρ της hippie
ιδεολογίας συγκροτημάτων όπως οι Captain Beefheart, The Stooges και The Fugs. Έχουν
δηλώσει για την μπάντα πως: “Ήταν περίεργοι που έγραφαν περίεργους στίχους και πολλοί
από αυτούς τους στίχους θα ήταν περίεργοι ακόμα και τώρα. Νόμιζα ότι μερικά από τα
τραγούδια τους ήταν πραγματικά ξεκαρδιστικά επειδή ήταν αντίθετα με αυτό που αναμενόταν
τόσο πολύ. Οι τύποι είναι αληθινοί και είναι αστείοι και έξυπνοι τύποι. Νομίζω ότι οι άνθρωποι
που δεν τους αρέσουν αυτά τα πράγματα δεν χρησιμοποιούν τα αυτιά τους”.
Οι Καλιφορνέζοι δραστηριοποιήθηκαν από το 1976 έως το 1996 υπό τις Post Punk και Blues
ευλογίες του κιθαρίστα Jeffrey Lee Pierce. Εν αντιθέση της καταγωγής τους ο ήχος τους δεν
προϊδεάζει από που προέρχονται. Χρησιμοποιούσαν “Low Key” παραγωγή, με απλές ιδέες
αλλά τέλεια εκτελεσμένες, φορώντας τις Robert Johnson επιρροές στο πετσί τους. Σύμφωνα
με τον King Buzzo: “Ήταν εξυπνότεροι από τα περισσότερα Punk Rock πράγματα που
διαδραματίζονταν και ξεχωρίζουν για αυτό”.
Οι Τεξανοί δραστηριοποιήθηκαν γύρω από το δίδυμο των Ginny Haynes και Paul Leary πέρι
τις αρχές των 80s και αναδύθηκαν από την ανερχόμενη σκηνή του Hardcore. Όμως έγιναν
γρήγορα γνωστοί για τα χαοτικά τους ζωντανά σόου, τη χρήση μαύρης κωμωδίας στους
στίχους και έναν ήχο που ενσωμάτωσε στοιχεία ψυχεδέλειας, noise rock και punk καθώς και
το χειρισμό του ήχου και της επεξεργασίας κασετών. Είναι συνειδητή η επιλογή του πρώτου
δίσκου καθώς: “Έκαναν κάτι που ήταν διαφορετικό όταν εμφανίστηκαν, το οποίο εκτιμούσα
πολύ. Δεν είχα ακούσει κάτι τέτοιο πριν, κάτι που μου ήταν ελκυστικό”. Πάντως δεν είναι
τυχαία η επιλογή του Jeff Pinkus (ex-Butthole Surfers) για την θέση του μπασίστα στους
Melvins με τους οποίους κυκλοφόρησε τρεις δίσκους (“Hold It In”, “Basses Loaded”, “Pinkus
Abortion Technician”). Πόσο μικρός είναι ο (μουσικός) κόσμος.
Ιδιαίτερης και ειδικής μεταχείρισης και οι επίσης Καλιφορνέζοι Redd Kross παίζοντας ένα
υβρίδιο Power Pop, Alternative Rock και Hardcore μαζί σε ένα πρωτοποριακό
συνονθύλευμα ήχων μόλις από τις αρχές των 80s. Έχοντας στις τάξεις τους τον μόλις 12
χρονο περίπου τότε Steve McDonald (τωρινό μπασίστα των Melvins). Είναι ούτως η άλλως
γνωστή η σχέση αγάπης-μίσους που έχουν με την θέση του μπάσου, αρκεί να ρίξεις μία
ματιά στο γενεαλογικό δέντρο της τετράχορδης κυρίας. Ο συγκεκριμένος δίσκος (περιέχει
διασκευές σε Bowie, Rolling Stones, The Shangri Las, Kiss, Stooges) σε συνδυασμό και με
την αγάπη των Melvins για τις διασκευές, κατέχει περίοπτη θέση για αυτούς. Όπως έχει πει
και το αφεντικό: “Θεέ μου, αυτό είναι ένα συγκρότημα που έχει τα ίδια πράγματα που είμαστε
εμείς! Ήταν μια αποκάλυψη. Διάλεξαν όλα αυτά τα υπέροχα τραγούδια και έκαναν
καταπληκτικές εκδοχές τους. Ήμουν ερωτευμένος με αυτό”.
Το μυαλό του King Buzzo και ο εικαστικός τρόπος σκέψης του θα έπρεπε να μελετηθεί και
να καταγραφεί από τους ειδικούς για περαιτέρω χρήση από τους μουσικούς του μέλλοντος.
Η επιλογή τέτοιων δίσκων επιβεβαιώνει τη μοναδικότητα και το ξεχωριστό τρόπο δράσης
του πέρα από τα κοινά και τα κλισέ. Σε αυτόν τον δίσκο χρωστάνε πολλά και οι Queen και
μία ακρόαση του θα σας πείσει για το πομπώδες παίξιμο, τη μεγαλειώδη παραγωγή, το
ανεπανάληπτο εξώφυλλο και το concept που πραγματεύεται. Η απόλυτη έννοια του “Think
Out of The Box”.
“Το Captain Fantastic ήταν ένα πραγματικά εξαιρετικά περίεργο άλμπουμ που έχει υποτιμηθεί
πολύ. Νομίζω ότι αυτός και ο Bernie Taupin έφεραν τα καλύτερα μεταξύ τους. Δεν υπήρξε
ποτέ καμία στιγμή στη ζωή μου που να μην μου άρεσε αυτός ο δίσκος όταν το σκέφτομαι,
γιατί είναι ένας υπέροχος δίσκος σε όλη μου τη διαδρομή. Το “Better Off Dead” είναι ένα
πραγματικά περίεργο τραγούδι και όσο πιο περίεργο τόσο το καλύτερο για μένα”.
Τάδε έφη Buzz Osborne.
Στις 23 Ιουλίου λοιπόν δίνουμε ξανά βροντερό παρών στην Τεχνόπολη με τον δολοφόνο να
επιστρέφει στο τόπο του εγκλήματος μετά από δύο χρόνια για ένα εκκωφαντικό και
παρανοϊκό Live υπό τους ήχους των Πατέρων του Sludge Rock.
Μία αναμενόμενη εμφάνιση για αρκετούς από εμάς, για πολλούς ευνόητους λόγους και κάτι
για να θυμούνται οι παλιοί (όπου είχαν βρεθεί το διήμερο 29-30 Νοεμβρίου του 2009 στο
Rodeo Club) και να μαθαίνουν οι νέοι και όσοι έλειψαν προ διετίας, αυτή την εμφάνιση τη
χρωστάμε σε εμάς αλλά και σε αυτούς, καθώς δεν υπάρχει καμία Γ@MHMENH κολώνα να
σου κρύβει την θέα.
Ραντεβού στις καμινάδες…
